- υποστιβάδα
- η, Νφυσ.-χημ. το σύνολο τών ηλεκτρονικών καταστάσεων ενός ατόμου οι οποίες χαρακτηρίζονται από τον ίδιο κύριο και δευτερεύοντα κβαντικό αριθμό, αλλ. υποστάθμη.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. subshell].
Dictionary of Greek. 2013.